- προκώμιον
- προκώμιον1 prelude to a κῶμος” (ῥῆμα) τό μοι θέμεν Κρονίδᾳ τε Δὶ καὶ Νεμέᾳ Τιμασάρχου τε πάλᾳ ὕμνου προκώμιον εἴη (= προοίμιον ἐπικωμίου ὕμνου) N. 4.11
Lexicon to Pindar. William J.. 2010.
Lexicon to Pindar. William J.. 2010.
προκώμιον — prelude sung by a neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προκώμιον — τὸ, Α (ποιητ. τ.) προοιμιακό άσμα που άδεται πριν από ύμνο («Τιμασάρχου τε πάλᾳ ὕμνου προκώμιον εἴη», Πίνδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + κῶμος «ωδή» + επίθημα ιον] … Dictionary of Greek