προκώμιον

προκώμιον
προκώμιον
1 prelude to a κῶμος” (ῥῆμα) τό μοι θέμεν Κρονίδᾳ τε Δὶ καὶ Νεμέᾳ Τιμασάρχου τε πάλᾳ ὕμνου προκώμιον εἴη (= προοίμιον ἐπικωμίου ὕμνου) N. 4.11

Lexicon to Pindar. . 2010.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • προκώμιον — prelude sung by a neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προκώμιον — τὸ, Α (ποιητ. τ.) προοιμιακό άσμα που άδεται πριν από ύμνο («Τιμασάρχου τε πάλᾳ ὕμνου προκώμιον εἴη», Πίνδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + κῶμος «ωδή» + επίθημα ιον] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”